6972755552, 6986933787 info@gonis.org.gr
 
ΓΟΝ.ΙΣ.

ΕΙΜΑΣΤΕ
ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΓΟΝΕΙΣ

Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση των αποφάσεων – Γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας

Τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους – Δικαίωμα επιμέλειας του πατέρα – Υποχρέωση προσκομίσεως αποφάσεως αρμοδίου δικαστηρίου με την οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα επιμέλειας των τέκνων – Επείγουσα προδικαστική διαδικασία

I –    Εισαγωγή

1.        Με την υπό κρίση αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί επί της ερμηνείας του κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) 1347/2000 (2) (του καλουμένου και «κανονισμού Βρυξέλλες ΙΙ α»).

2.        To ζήτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο ενδίκου μέσου που ασκήθηκε ενώπιον του Supreme Court (Ιρλανδία) από τον J. McB., πατέρα τριών τέκνων (3), κατά της αποφάσεως του High Court (Ιρλανδία) της 28ης Απριλίου 2010, για τον λόγο ότι το δικαστήριο αυτό είχε απορρίψει το αίτημά του περί εκδόσεως αποφάσεως ή βεβαιώσεως με την οποία να διαπιστώνεται ότι η μετακίνηση των τέκνων στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Ιούλιο του 2009 από την ίδια τη μητέρα τους, την L. E., ήταν παράνομη κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 11, του κανονισμού 2201/2003 και ότι ο πατέρας των τέκνων είχε δικαίωμα επιμέλειας κατά την ημερομηνία της μετακινήσεως αυτής. Ο McB. δεν είναι και ουδέποτε υπήρξε νυμφευμένος με την E. Δεν υφίσταται δικαστική απόφαση που να του παρέχει το δικαίωμα επιμέλειας κατά την έννοια του κανονισμού 2201/2003 όσον αφορά τα κοινά τέκνα.

3.        Τα ιρλανδικά δικαστήρια επελήφθησαν του ζητήματος αυτού, διότι το αγγλικό δικαστήριο στο οποίο απευθύνθηκε ο πατέρας για να ζητήσει την επιστροφή των τέκνων (το High Court of Justice, Family Division) του ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συμβάσεως της Χάγης, της 25ης Οκτωβρίου 1980, για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών (4), να προσκομίσει απόφαση των αρχών του κράτους της συνήθους διαμονής των τέκνων, δηλαδή της Ιρλανδίας, με την οποία να διαπιστώνεται ότι η μετακίνηση ήταν παράνομη.

4.        Στο ιρλανδικό δίκαιο, ο φυσικός πατέρας των τέκνων αποκτά δικαίωμα επιμέλειας όχι αυτοδικαίως, αλλά μόνο συνεπεία δικαστικής αποφάσεως. Το γεγονός ότι οι μη έχοντες συνάψει γάμο γονείς συγκατοικούσαν και ο πατέρας συμμετείχε ενεργά στην ανατροφή του τέκνου, όπως εν προκειμένω, δεν του δίδει τέτοιο δικαίωμα. Το προδικαστικό ερώτημα αποσκοπεί στη διευκρίνιση του ζητήματος αν αντιβαίνει προς τον κανονισμό 2201/2003, ερμηνευόμενο ενδεχομένως σύμφωνα με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5), το γεγονός ότι το ιρλανδικό δίκαιο εξαρτά το δικαίωμα επιμέλειας του φυσικού πατέρα από μια τέτοια δικαστική απόφαση.

II – Το νομικό πλαίσιο

A –    Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών

5.        Το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (στο εξής: ΕΣΔΑ) (6) προβλέπει τα εξής:

«Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής

1.      Παν πρόσωπoν δικαιoύται εις τoν σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής τoυ, της κατοικίας τoυ και της αλληλογραφίας τoυ.

2.      Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώµατος τούτου, εκτός εάν η επέµβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον διά την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων.»

B –    Η Σύμβαση της Χάγης του 1980

6.        Το άρθρο 1 της Συμβάσεως της Χάγης του 1980 προβλέπει τα εξής:

«Η Σύμβαση της Χάγης του 1980 έχει ως σκοπό:

α)      να διασφαλίσει την άμεση επιστροφή των παιδιών που μετακινήθηκαν ή κατακρατήθηκαν παράνομα σε ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, και

β)      να διασφαλίσει ότι τα δικαιώματα επιμέλειας και επικοινωνίας που υφίστανται κατά το δίκαιο ενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα είναι σεβαστά και στα άλλα συμβαλλόμενα κράτη.»

7.        Το άρθρο 3 της Συμβάσεως της Χάγης του 1980 ορίζει τα εξής:

«Η μετακίνηση ή η κατακράτηση παιδιού θεωρούνται παράνομες:

α)      εφόσον έγιναν κατά παραβίαση δικαιώματος επιμέλειας, αναγνωρισμένου σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή άλλη οργάνωση, είτε αποκλειστικά είτε από κοινού με άλλους, από το δίκαιο του Κράτους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από τη μετακίνηση ή την κατακράτησή του, και

β)      το δικαίωμα αυτό ησκείτο πραγματικά, αποκλειστικά ή από κοινού με άλλους, κατά το χρόνο της μετακίνησης ή της κατακράτησης, ή θα είχε ασκηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο εάν δεν είχαν επισυμβεί τα γεγονότα αυτά.

Το δικαίωμα επιμέλειας που αναφέρεται στην περίπτωση α΄ μπορεί να απορρέει ιδίως είτε απευθείας από το νόμο, είτε από δικαστική ή διοικητική απόφαση, είτε από συμφωνία που ισχύει σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του Κράτους.»

8.        Tο άρθρο 4 της Συμβάσεως της Χάγης του 1980 ορίζει τα εξής:

«Η Σύμβαση εφαρμόζεται για κάθε παιδί το οποίο είχε τη συνήθη διαμονή του σε Συμβαλλόμενο Κράτος αμέσως πριν από την προσβολή των δικαιωμάτων επιμέλειας ή επικοινωνίας. Η εφαρμογή της Συμβάσεως παύει όταν το παιδί αποκτήσει την ηλικία των 16 ετών.»

9.        Το άρθρο 5 της Συμβάσεως της Χάγης του 1980 ορίζει τα εξής:

«Κατά την έννοια της παρούσας Σύμβασης:

α)      το “δικαίωμα επιμέλειας” περιλαμβάνει το δικαίωμα που αφορά τη μέριμνα για το πρόσωπο του παιδιού, και ιδίως το δικαίωμα καθορισμού του τόπου διαμονής του,

β)      το “δικαίωμα επικοινωνίας” περιλαμβάνει το δικαίωμα να μεταφέρει κάποιος το παιδί για ορισμένο χρονικό διάστημα σε τόπο άλλο από τον τόπο της συνήθους διαμονής του.»

10.      Το κεφάλαιο III της ως άνω Συμβάσεως αφορά την επιστροφή του παιδιού και το άρθρο 8, παράγραφος 1, αυτής προβλέπει τα εξής:

«Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η οργάνωση, που ισχυρίζονται ότι ένα παιδί μετακινήθηκε ή κατακρατήθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος επιμέλειας, μπορούν να απευθυνθούν στην Κεντρική Αρχή του τόπου της συνήθους διαμονής του παιδιού, είτε σ’ αυτήν οποιουδήποτε άλλου Συμβαλλομένου Κράτους, για να τους παράσχουν τη συνδρομή τους με σκοπό να εξασφαλιστεί η επιστροφή του παιδιού.»

11.      Το άρθρο 15 της Συμβάσεως αυτής προβλέπει τα εξής:

«Οι δικαστικές ή διοικητικές αρχές ενός Συμβαλλομένου Κράτους, πριν διατάξουν την επιστροφή του παιδιού, μπορούν να ζητήσουν από τον αιτούντα να προσκομίσει μια απόφαση ή ένα πιστοποιητικό των αρχών των Κρατών της συνήθους διαμονής του παιδιού, με το οποίο διαπιστώνεται ότι η μετακίνηση ή η κατακράτηση ήταν παράνομες κατά την έννοια του άρθρου 3 της Σύμβασης, εφόσον αυτή η απόφαση ή αυτό το πιστοποιητικό μπορούν να αποκτηθούν στο Κράτος αυτό. Οι Κεντρικές Αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών παρέχουν, στο μέτρο του δυνατού, συνδρομή στον αιτούντα για να αποκτήσει την απόφαση ή το πιστοποιητικό αυτό.»

Γ –     Οι Συνθήκες

12.      Το άρθρο 6 ΣΕΕ ορίζει τα εξής:

«1.      Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7ης Δεκεμβρίου 2000, όπως προσαρμόσθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007 στο Στρασβούργο, ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες.

Οι διατάξεις του Χάρτη δεν συνεπάγονται καμία επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως αυτές ορίζονται στις Συνθήκες.

Τα δικαιώματα, οι ελευθερίες και οι αρχές του Χάρτη ερμηνεύονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Τίτλου VII του Χάρτη που διέπουν την ερμηνεία και την εφαρμογή του και λαμβανομένων δεόντως υπόψη των επεξηγήσεων οι οποίες αναφέρονται στον Χάρτη και στις οποίες μνημονεύονται οι πηγές των εν λόγω διατάξεων.

[…]

3.      Τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης.»

13.      Το άρθρο 4 ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής:

«1.       Η Ένωση έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη όταν οι Συνθήκες της απονέμουν αρμοδιότητα μη εμπίπτουσα στους τομείς των άρθρων 3 και 6.

2.       Οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών αφορούν τους εξής κύριους τομείς:

[…]

ι)      τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης».

14.      Το άρθρο 81 ΣΛΕΕ προβλέπει τα εξής:

«1.      Η Ένωση αναπτύσσει δικαστική συνεργασία στις αστικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις, βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών και εξώδικων αποφάσεων. Η συνεργασία αυτή δύναται να περιλαμβάνει τη θέσπιση μέτρων προσέγγισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών.

2.      Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, λαμβάνουν μέτρα, ιδίως όταν αυτό είναι απαραίτητο για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, με τα οποία διασφαλίζεται:

α)      η αμοιβαία αναγνώριση μεταξύ των κρατών μελών των δικαστικών και εξώδικων αποφάσεων και η εκτέλεσή τους,

[…]

γ)      η συμβατότητα των κανόνων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη όσον αφορά την άρση των συγκρούσεων ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο και τη δικαιοδοσία,

[…]

ε)      η ουσιαστική πρόσβαση στη δικαιοσύνη».

15.      Το πρωτόκολλο (αριθμός 30) σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη στην Πολωνία και στο Ηνωμένο Βασίλειο ορίζει τα εξής:

«Άρθρο πρώτο

1.      Ο Χάρτης δεν διευρύνει την ευχέρεια του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή οποιουδήποτε δικαστηρίου της Πολωνίας ή του Ηνωμένου Βασιλείου, να κρίνει ότι οι νόμοι, οι κανονισμοί ή οι διοικητικές διατάξεις, πρακτικές ή δράση της Πολωνίας ή του Ηνωμένου Βασιλείου δεν συνάδουν με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ελευθερίες και αρχές που επιβεβαιώνει.

2.      Ειδικότερα, και προς αποφυγή πάσης αμφιβολίας, ουδέν στον Τίτλο IV του Χάρτη παράγει αγώγιμα δικαιώματα τα οποία εφαρμόζονται στην Πολωνία ή στο Ηνωμένο Βασίλειο, εκτός εάν η Πολωνία ή το Ηνωμένο Βασίλειο προβλέπουν τέτοια δικαιώματα στην εθνική τους νομοθεσία.»

Δ –     Δ –       Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

16.      Το άρθρο 7 του Χάρτη προβλέπει τα εξής:

«Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και των επικοινωνιών του.»

17.      Το άρθρο 24, παράγραφος 3, του Χάρτη ορίζει τα εξής:

«Κάθε παιδί έχει δικαίωμα να διατηρεί τακτικά προσωπικές σχέσεις και απ’ ευθείας επαφές με τους δύο γονείς του, εκτός εάν τούτο είναι αντίθετο προς το συμφέρον του.»

18.      Ο τίτλος VII του Χάρτη περιέχει τις γενικές διατάξεις που διέπουν την ερμηνεία και την εφαρμογή του Χάρτη. Το άρθρο 51, που φέρει τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», προβλέπει τα εξής:

«1.      Οι διατάξεις του παρόντος Χάρτη απευθύνονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας, καθώς και στα κράτη μέλη, μόνον όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Κατά συνέπεια, οι ανωτέρω σέβονται τα δικαιώματα, τηρούν τις αρχές και προάγουν την εφαρμογή τους, σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως της απονέμονται από τις Συνθήκες.

2.      Ο παρών Χάρτης δεν διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης πέραν των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και δεν θεσπίζει νέες αρμοδιότητες και καθήκοντα για την Ένωση, ούτε τροποποιεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα όπως ορίζονται στις Συνθήκες.»

Ε –     Ε –       Ο κανονισμός 2201/2003

19.      Η πέμπτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2201/2003 έχει ως εξής:

«Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των παιδιών, ο παρών κανονισμός καλύπτει όλες τις αποφάσεις σε θέματα γονικής μέριμνας, περιλαμβανομένων των μέτρων προστασίας του παιδιού, ανεξάρτητα από οιαδήποτε σχέση με μια γαμική διαδικασία.»

20.      Η δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:

«Σε περίπτωση παράνομης μετακίνησης ή κατακράτησης παιδιού, η επιστροφή του θα πρέπει να επιτυγχάνεται αμελλητί, και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να εξακολουθήσει να ισχύει η Σύμβαση της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980 όπως συμπληρώνεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα του άρθρου 11. Τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί έχει μετακινηθεί ή κατακρατείται παράνομα, θα πρέπει να μπορούν να αντιτάσσονται στην επιστροφή του σε συγκεκριμένες και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Εντούτοις, μία τέτοια απόφαση θα πρέπει να μπορεί να αντικαθίσταται από μεταγενέστερη απόφαση δικαστηρίου του κράτους μέλους της συνήθους διαμονής του παιδιού πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτησή του. Εάν η απόφαση αυτή συνεπάγεται την επιστροφή του παιδιού, η επιστροφή θα πρέπει να πραγματοποιείται χωρίς να απαιτείται προσφυγή σε καμία διαδικασία για την αναγνώριση και εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το απαχθέν παιδί.»

21.      Όπως προκύπτει από την τριακοστή αιτιολογική σκέψη του κανονισμού, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία ανακοίνωσαν ότι επιθυμούν να συμμετέχουν στην έγκριση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

22.      Η τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2201/2003 έχει ως εξής:

«Ο παρών κανονισμός αναγνωρίζει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται από το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα, επιδιώκει να εξασφαλίσει την πλήρη τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του παιδιού όπως αναγνωρίζονται στο άρθρο 24 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

23.      Το άρθρο 1 του κανονισμού 2201/2003 ορίζει τα εξής:

«1.      Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται, ανεξάρτητα από το είδος του δικαστηρίου, σε αστικές υποθέσεις που αφορούν:

[…]

β)       την ανάθεση, την άσκηση, την ανάθεση σε τρίτο, την ολική ή μερική αφαίρεση της γονικής μέριμνας.

2.      Οι υποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στοιχείο β΄, αφορούν ιδίως:

α)      το δικαίωμα επιμέλειας και το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας·»

[…]»

24.      Το άρθρο 2, σημεία 7, 9 και 11, του κανονισμού 2201/2003 περιέχει τους ακόλουθους ορισμούς:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

7)      Ο όρος “γονική μέριμνα” περιλαμβάνει το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που παρέχονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με δικαστική απόφαση, απευθείας από το νόμο ή με ισχύουσα συμφωνία όσον αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του παιδιού. Ειδικότερα, ο όρος περιλαμβάνει το δικαίωμα επιμέλειας και το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας.

[…]

9)      Ο όρος “δικαίωμα επιμέλειας” περιλαμβάνει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αφορούν τη φροντίδα για το πρόσωπο του παιδιού, και ειδικότερα το δικαίωμα απόφασης καθορισμού του τόπου διαμονής του.

[…]

11)      Ο όρος “παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση παιδιού” σημαίνει τη μετακίνηση ή κατακράτηση παιδιού:

α)      εφόσον γίνονται κατά παραβίαση δικαιώματος επιμέλειας το οποίο προκύπτει από δικαστική απόφαση ή από το νόμο ή από συμφωνία που ισχύει σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από τη μετακίνηση ή την κατακράτησή του

και

β)      με την επιφύλαξη ότι το δικαίωμα αυτό ασκείτο πραγματικά, αποκλειστικά ή από κοινού με άλλους, κατά το χρόνο της μετακίνησης ή κατακράτησης ή θα είχε ασκηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο εάν δεν είχαν επισυμβεί τα γεγονότα αυτά. Η επιμέλεια θεωρείται ότι ασκείται από κοινού όταν ο ένας από τους δικαιούχους της γονικής μέριμνας δεν μπορεί, σύμφωνα με απόφαση ή απευθείας από το νόμο, να αποφασίζει για τον τόπο διαμονής του παιδιού χωρίς τη συγκατάθεση άλλου δικαιούχου της γονικής μέριμνας.»

25.      Το άρθρο 10 του κανονισμού, που φέρει τον τίτλο «Αρμοδιότητα σε περίπτωση απαγωγής παιδιού», ορίζει τα εξής:

«Σε περίπτωση παράνομης μετακίνησης ή κατακράτησης του παιδιού, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτησή του διατηρούν την αρμοδιότητά τους έως ότου το παιδί έχει αποκτήσει συνήθη κατοικία σε άλλο κράτος μέλος, και

α)       κάθε πρόσωπο, ίδρυμα ή οργάνωση που έχει δικαίωμα επιμέλειας έχει συγκατατεθεί στη μετακίνηση ή κατακράτηση,

ή

β)       το παιδί έχει διαμείνει σε αυτό το άλλο κράτος μέλος για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους αφότου το πρόσωπο, το ίδρυμα ή οιαδήποτε άλλη οργάνωση που έχει δικαίωμα επιμέλειας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τον τόπο στον οποίο ευρίσκεται το παιδί και το παιδί έχει ενταχθεί στο νέο περιβάλλον του, συντρέχει δε μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:

i)      εντός ενός έτους αφότου ο δικαιούχος της επιμέλειας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τον τόπο στον οποίο ευρίσκεται το παιδί, δεν έχει υποβληθεί αίτηση επιστροφής ενώπιον των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους στο οποίο έχει μετακινηθεί ή κατακρατείται το παιδί,

ii)      έχει ανακληθεί αίτηση επιστροφής την οποία υπέβαλε ο δικαιούχος της επιμέλειας, και δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο σημείο i),

iii)  έχει περατωθεί υπόθεση ενώπιον δικαστηρίου του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 11 παράγραφος 7,

iv)       τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτησή του έχουν εκδώσει απόφαση για επιμέλεια που δεν συνεπάγεται την επιστροφή του παιδιού.»

26.      Το άρθρο 11 του κανονισμού, σχετικά με την «Επιστροφή του παιδιού», προβλέπει τα εξής:

«1.       Όταν ένα φυσικό πρόσωπο, ίδρυμα ή οργάνωση που έχει δικαίωμα επιμέλειας προσφεύγει στις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους προκειμένου να εκδοθεί, βάσει της σύμβασης της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980 για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών (στο εξής: Σύμβαση της Χάγης του 1980), απόφαση για την επιστροφή του παιδιού το οποίο μετακινήθηκε ή κατακρατείται παρανόμως σε κράτος μέλος διάφορο του κράτους μέλους όπου το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση, ισχύουν οι παράγραφοι 2 έως 8.

3.      Το δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται αίτησης επιστροφής ενός παιδιού, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, ενεργεί αμέσως στα πλαίσια της διαδικασίας σχετικά με την αίτηση, χρησιμοποιώντας τις πλέον σύντομες διαδικασίες τις οποίες προβλέπει το εθνικό δίκαιο.

Ανεξάρτητα από το προηγούμενο εδάφιο, το δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του το αργότερο έξι εβδομάδες από την ενώπιόν του κατάθεση της αίτησης, εκτός αν αυτό καθίσταται αδύνατο λόγω εξαιρετικών περιστάσεων.»

27.      Τα άρθρα 60 και 62 του κανονισμού 2201/2003 προβλέπουν τα εξής:

«Άρθρο 60

Σχέση με ορισμένες πολυμερείς συμβάσεις

Στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών που είναι συμβαλλόμενα μέρη του, ο παρών κανονισμός υπερισχύει των ακόλουθων συμβάσεων, στον βαθμό που αφορούν θέματα διεπόμενα από αυτόν:

 

ε)       Σύμβαση της Χάγης [του] 1980, για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών.

Άρθρο 62

Έκταση των αποτελεσμάτων

1.      Οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που περιλαμβάνονται στο άρθρο 59, παράγραφος 1, και στα άρθρα 60 και 61 εξακολουθούν να παράγουν αποτελέσματα επί θεμάτων τα οποία δεν ρυθμίζει ο παρών κανονισμός.

2.       Οι συμβάσεις του άρθρου 60, και ιδίως η Σύμβαση της Χάγης του 1980, συνεχίζουν να παράγουν αποτελέσματα μεταξύ των κρατών μελών που είναι συμβαλλόμενα μέρη τους, τηρουμένου του άρθρου 60.»

 ΣΤ –       Το εθνικό δίκαιο

28.      Δυνάμει του άρθρου 6A του νόμου του 1964 για τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων (7), «όταν δεν έχει συναφθεί γάμος μεταξύ του πατέρα και της μητέρας, το δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αίτησης του πατέρα, να του αναθέσει, με δικαστική απόφαση, τη γονική μέριμνα για το τέκνο». Επιπλέον, το άρθρο 11, παράγραφος 4, του νόμου του 1964 (8), ορίζει τα εξής:

«Στην περίπτωση ανηλίκου του οποίου ο πατέρας και η μητέρα δεν έχουν συνάψει γάμο, το δικαίωμα υποβολής αίτησης, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, σχετικά με την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου και με το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας του πατέρα ή της μητέρας με το τέκνο αυτό έχει και ο πατέρας που δεν ασκεί τη γονική μέριμνα για το τέκνο, οπότε οι αναφορές του παρόντος άρθρου στον πατέρα ή στον γονέα του ανηλίκου τέκνου θα ερμηνεύονται ως περιλαμβάνουσες και αυτόν».

29.      Ο νόμος για την απαγωγή παιδιών και την εκτέλεση των αποφάσεων σχετικά με την επιμέλεια των παιδιών του 1991 (στο εξής: νόμος του 1991) (9) προβλέπει, στο άρθρο 15, παράγραφος 1, αυτού, ότι το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να διαπιστώσει ότι η μετακίνηση παιδιού εκτός της Ιρλανδίας συνιστά, σε περίπτωση μετακίνησης ή κατακράτησης σε κράτος μέλος, παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση, κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού 2201/2003, ή είναι παράνομη, κατά την έννοια του άρθρου 3 της Σύμβασης της Χάγης του 1980.

 

περισσότερα δειτε  εδώ 

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ

Θα μας ενδιέφερε η άποψή σας για το παραπάνω κείμενο.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ

Tο gonis.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το gonis.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.