Ποιος το περίμενε πριν από 37 και πλέον χρόνια, όταν το Ελληνικό οικογενειακό δίκαιο έκανε το μεγάλο "βήμα" απαλείφοντας τον όρο “πατρική εξουσία” από τις διατάξεις του και εισάγοντας τον όρο “γονική μέριμνα”, πως λόγω γραμματικών -και όχι μόνο- αστοχιών και ελλείψεων, της τότε μεταρρύθμισης, θα μετατρέπετο (στην πράξη) σήμερα σε ό,τι πιο παρωχημένο μπορεί να εντοπίσει κανείς σε Δίκαιο της Γηραιάς ηπείρου.
Πολύ περισσότερο, ουδείς περίμενε από έναν γιατρό (τον νυν Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Κ. Τσιάρα) να ενδιαφερθεί αλλά και να αγωνιστεί για την αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου προτείνοντας αλλαγές οι οποίες όχι μόνο είναι αυτονόητες αλλά και θα έπρεπε να έχουν εισαχθεί από δεκαετιών στο Ελληνικό δίκαιο. Ίσως για το πρώτο να ευθύνεται και η αναπόφευκτη “σκλήρυνση” των εφαρμοστών του νόμου Δικαστών και Δικηγόρων την οποία όλοι οι εμπλεκόμενοι γνωρίζουν. Σίγουρα, πάντως, για το δεύτερο, ευθύνεται αποκλειστικά η “σκλήρυνση” των νομικών που τους οδήγησε να θεωρούν αυτονόητο και φυσιολογικό ότι στο 99% των περιπτώσεων ο ένας εκ των δύο γονέων πρέπει να αποκλείεται από την άσκηση της επιμέλειας του τέκνου του για κάποιον μάλλον ασαφή και σίγουρα εσφαλμένο λόγο ή συνήθεια...
Τρεις είναι οι θεμελιώδεις, κατά τον γράφοντα, αλλαγές που ουδείς νομικός αποτόλμησε, αλλά ο νυν Υπουργός τολμά -επιτέλους- με σκοπό να απαλύνει τις συνέπειες που έχει ο χωρισμός των γονέων στα τέκνα.
Ειδικότερα, εισάγεται ο θεσμός της κοινής επιμέλειας των τέκνων, ως πρώτιστη επιλογή του Δικαστή και όχι ως εξαίρεση, αφού ως προελέχθη, μέχρι σήμερα, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ο ένας γονέας απεκλείετο πλήρως. Αφού είναι δεδομένο ότι και οι δυο γονείς αγαπούν τα παιδιά τους και οι δυο αγωνίζονται για το καλύτερο γι΄αυτά η πολιτεία οφείλει και πρέπει να τους δώσει την ευκαιρία να συνεργαστούν και να μην τους ωθεί στην σύγκρουση και στην αδιαφορία όπως συμβαίνει με το ισχύον νομικό πλαίσιο.
Οι τομές, ωστόσο, που επιχειρεί η ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης δεν σταματούν εκεί, αφού και για την επικοινωνία του γονέα που δεν κατοικεί με το τέκνο προβλέπεται ελάχιστος χρόνος επικοινωνίας, πράγμα επίσης αυτονόητο αλλά μέχρι σήμερα άγνωστο για το Ελληνικό Δίκαιο, ώστε να πάψουν επιτέλους συμπεριφορές που οδηγούν στην αποξένωση των παιδιών από τον ένα γονέα. Αρκεί, εξάλλου, να έχει βρεθεί κάποιος για μία ημέρα στις θέσεις του ακροατηρίου, οποιουδήποτε οικογενειακού Δικαστηρίου, για να ακούσει όσα σχεδόν καθημερινά, τραγελαφικα, υποστηρίζουν οι έχοντες την επιμέλεια προκειμένου να περιορίσουν την επικοινωνία του έτερου γονέα με το τέκνο. Από αγγλικά, γαλλικά, πιάνο και ιππασία σε ...τετράχρονα, μέχρι την κλασσική φράση ότι το παιδί δεν επιθυμεί να έχει επικοινωνία με τον άλλο γονέα.
Είναι επιτακτική συνεπώς η ανάγκη και αυτής της μεταρρύθμισης ώστε να καταστεί σαφές ότι το υπέρτερο συμφέρον του τέκνου είναι να επικοινωνεί και με τους δύο γονείς του και οι όποιες διαφορές μεταξύ αυτών δεν μπορούν και δεν πρέπει να επηρεάζουν το ανήλικο.
Τέλος, τρίτον, με τις διαφαινόμενες αλλαγές επιλύεται και το ζήτημα της επιμέλειας των εκτός γάμου τέκνων, εφαρμοζόμενων επ΄αυτών των ίδιων διατάξεων για την επιμέλεια και την επικοινωνία που ισχύουν για τους έγγαμους, με μοναδική προϋπόθεση να έχει προηγηθεί εξώδικη ή δικαστική αναγνώριση στην οποία να μην έχει αντιδικήσει ο πατέρας. Υπό αυτό το πρίσμα εξισώνονται λοιπόν τα εκτός με τα εντός γάμου ή συμφώνου συμβίωσης τέκνα και παύει η μέχρι σήμερα διακριτική μεταχείρισή τους.
Όλα τα ανωτέρω όπως δέχεται από ετών ο Συνήγορος του Πολίτη, η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία και ο Σύλλογος Ελλήνων Κοινωνιολόγων δεν αφορούν τα φύλα, την κομματική τοποθέτηση, την μαμά ή τον μπαμπά. Αφορούν γονείς και την προστασία της παιδικής ηλικίας από την πολιτεία. Είναι, συνεπώς, ζήτημα πολιτισμού και είναι δεδομένο ότι μπροστά στο συμφέρον του παιδιού να ανατρέφεται και από τους δύο γονείς κάμπτεται κάθε άλλο συμφέρον ενήλικα γονέα ανεξαρτήτως φύλου.
Σταμάτιος Κουντούρης, Δικηγόρος Αθηνών