Τι παραβιάζει η αδιαφορία των πολιτικών και η νοτροπία των κατά συνήθεια δικαστικών αποφάσεων επιμέλειας ?
Τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αποτελούν ένα τομέα ευαίσθητο για τους πολίτες. Σε επίπεδο κοινωνικής παρέμβασης ένας Πολιτικός φορέας (κυβερνητικός ή αντιπολιτευόμενος) θα πρέπει να έχει άποψη ή όραμα που να συνάδει με την σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα ΙΔΙΑΊΤΕΡΑ αυτή που έχει διαμορφωθεί στα πλαίσια της κρίσης.
Ο τομέας αυτός έχει αφεθεί, χωρίς πρακτικό πολιτικό αποτέλεσμα, λόγω της έλλειψης οικονομικών πόρων. Έτσι όμως προκύπτει ότι δεν υπάρχει κοινωνική ευαισθησία. Όλοι οι πολιτικοί χώροι απευθύνονται μεν στην κοινωνία αλλά χωρίς να την ακούνε. Ταυτόχρονα εμφανίζονται να απέχουν πρακτικά από κάθε κίνηση υποστήριξης κινημάτων πολιτών, όπως για παράδειγμα το Γονεϊκό κίνημα. Παρότι αφορά όλους, παρότι είμαστε όλοι γονείς τα κόμματα φαίνονται χωρίς σύγχρονη άποψη ή θέση που να συνάδει με την πραγματικότητα και την καθημερινότητα των πολιτών-γονέων. Στην καλύτερη περίπτωση εμφανίζονται σαν ο τυπικός διαχειριστής μιας σχολικής καθημερινότητας που εξαντλεί την δράση της στην μεταφορά με πούλμαν, στην τοποθέτηση των καθηγητών ή την εκτύπωση σχολικών βιβλίων.
Πέραν της λανθασμένης επικοινωνιακά στρατηγικής, που μπορεί να υπάρχει, δεν διατυπώνονται καινοτόμες απόψεις - θέσεις, ούτε καν ως λύσεις στην καθημερινότητα των πολιτών - γονέων σε επίπεδο θεσμικό. Λύσεις απλές χωρίς κόστος που θα δώσουν όμως το όραμα για μια σύγχρονη Ελλάδα και δεν θα αποτελούν ένα ευχολόγιο γενικό και αόριστο που σε τελική ανάλυση δεν αφορά τον πολίτη.
Ένας πολιτικός χώρος οφείλει να δώσει την ασφαλή αίσθηση στο πολίτη ότι νιώθει τις ανάγκες του,τις κατανοεί και έχει τις λύσεις στα καθημερινά προβλήματα που εκείνος συναντά.
Ταυτόχρονα ο πολιτικός, είτε είναι υπουργός, είτε βουλευτής αλλά και ιδιαίτερα ο εκάστοτε κυβερνητικός πολιτικός χώρος οφείλει τουλάχιστον να προστατεύει την ΓΟΝΕΙΚΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑ των πολιτών (ΣΥΝΤΑΓΜΑ της ΕΛΛΑΔΟΣ).
Ειδικότερα στον τομέα Δικαιωμάτων του Παιδιού (ΔΣΔΠ Ν. 2101/1992 ΦΕΚ 192/2-12-1992 ) αλλά και υποχρεώσεων και δικαιωμάτων των γονέων.
Έχοντας ήδη διαπιστώσει ότι,
α) η γονεϊκή ιδιότητα αφορά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ενώ επηρεάζει άμεσα την καθημερινότητα τους
β) στην σύγχρονη Ελλάδα παρατηρείται το φαινόμενο της όλο και μεγαλύτερης αύξησης των διαζυγίων (Στοιχεία Στατιστικής Υπηρεσίας)
γ) η εφαρμογή του Αστικού Κώδικα - Οικογενειακού Δικαίου γίνεται από μη ειδικευμένους Δικαστές στα πλαίσια διαφοράς αστικού δικαίου χωρίς καμιά υποστήριξη από Κοινωνικές υπηρεσίες ή άλλους ειδικούς στο ίδιο χώρο που δικάζονται οικονομικές διαφορές ή διαφορές που αφορούν αγροτεμάχια.
δ) η παραβίαση των δικαστικών αποφάσεων επικοινωνίας έχει αυξητική τάση γεγονός που σημαίνει ότι είναι μη αποτελεσματικές - χρονοβόρες και κοστοβόρες για πολιτεία και πολίτες. (στοιχεία ΓΑΔΑ - δείγμα των στοιχείων δείτε εδώ )
ε) Παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα ( ΕΣΔΑ ΟΗΕ κ.α.) , και δικαιώματα του παιδιού (ΔΣΔΠ) γονέων και παιδιών. (Έκθεση Συνηγόρου του Παιδιού στον ΟΗΕ Κεφ.8 σελ 9-11 , δείτε την εδώ )
Μια λύση θα ήταν η υιοθέτηση για παράδειγμα της θέσης, ότι η κοινή ανατροφή ενός παιδιού ανεξάρτητα από την οικογενειακή κατάσταση που οι γονείς βρίσκονται, να αποτελεί μια πολιτική προτεραιότητα.(Κοινή επιμέλεια - Συνεπιμέλεια) Δεδομένου μάλιστα, ότι η προηγούμενη αλλαγή στον τομέα του οικογενειακού Δικαίου στην Ελλάδα έγινε το 1983 αλλά έμμεινε ημιτελείς και αυτό δημιούργησε πολλά προβλήματα.
Γεγονός είναι ότι
α) η έννοια της Γονεικότητας μας αφορά όλους και
β) η πολιτεία οφείλει να προστατεύει την γονεϊκή ιδιότητα των πολιτών της.
Κατά τη διεθνή εμπειρία αλλά και τα διδάγματα της σύγχρονης επιστήμης, η διάσταση ή το διαζύγιο των γονέων δεν θα πρέπει κατ’ ανάγκη να οδηγεί στη διάρρηξη της κοινής επιμέλειας - ανατροφής των παιδιών και από τους δύο γονείς τους καθημερινά, όπως συμβαίνει δεκαετίες αλλά και μέχρι σήμερα στην δικαστική πρακτική στην Ελλάδα όπου η επιμέλεια ως ευθύνη – κατοικία- φροντίδα –ανατροφή- υγεία - εκπαίδευση -ασφάλεια ανατίθεται στον ένα γονέα και αφαιρείται από τον άλλο.
Ταυτόχρονα δύναται με ευαισθητοποιήση σε επίπεδο σχολείου να καλλιεργηθεί συνείδηση συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας με ότι αυτό θα συνεπάγεται ακόμα και στην μείωση της επιβάρυνση οικονομικά της πολιτείας από γονείς που συνεργάζονται μεταξύ τους επιμεριζόμενοι τα βάρη και τις υποχρεώσεις της ανατροφής και χωρίς να ζητούν από την πολιτεία να τους τα λύσει (φυσικά ανεπιτυχώς).
Δείτε τα δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα για τα ανωτέρω γραφόμενα .
Χαρακτηριστικό παράδειγμα 1
Το Οικογενειακό Δίκαιο ( Υιοθεσίες, σύμφωνο συμβίωσης , διαζύγια, επιμέλεια τέκνων διαζευγμένων γονέων ) είναι ΣΥΝΟΛΙΚΑ παρωχημένο και μη αποτελεσματικό.
Πρόσφατα το δεύτερο εξάμηνο 2014, ο τότε Υπουργός ΔΔΑΔ διαγνώσκοντας το σοβαρό πρόβλημα έκανε προσπάθεια συνολικής τροποποιήσεως του (όχι μόνο για την επέκταση του Σύμφωνου Ελεύθερης συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια). Ορίστικε Νομοπαρασκευαστική επιτροπή ( τελευταίο ΤΡΙΜΗΝΟ 2014) με Πρόεδρο τον κ. Κ. και με θέματα που αφορούσαν συνολικά την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου. Στην πρότασή αυτή είχε υιοθετηθεί πλήρως η πρόταση για καθιέρωση ως κανόνα της κοινής επιμέλειας, αποκλειστικό και εκπαιδευμένο οικογενειακό δικαστή με πλαισίωση από ειδικούς, διαδικασία μεσολάβησης και γονεϊκού προγραμματισμού σε νομικό περιβάλλον κοινής επιμέλειας.
Η νομοπαρασκευαστική αυτή όμως δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο της καθώς από τον Ιανουάριο του 2015 ανέλαβε ο σημερινός Υπουργός ΔΔΑΔ. Σχεδόν αμέσως άλλαξε η επιτροπή και όρισε άλλον Πρόεδρο. Από την Νομοπαρασκευαστική αυτή (2η) προέκυψε δυστυχώς μόνο η διεύρυνση του Συμφώνου Συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια χωρίς να αγγίζει τα υπόλοιπα τμήματα του Οικογενειακού Δικαίου που ήταν και είναι εξαιρετικά παρωχημένα. Δεν έχουμε παρά μόνο υποσχέσεις για την συνέχεια και τίποτα που να δείχνει όντως αυτή την συνέχεια. (δείτε στη ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ του ΥΔΔΑΔ http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=5983 το σχετικό άρθρο 5 απο 3.1 - 3.2 http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=5978 )
Χαρακτηριστικό παράδειγμα 2
Στην Ελλάδα του 2015 ...Διακρίσεις φύλου και παραβιάσεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Με την απόφαση για την υπόθεση C-222/14 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάνθηκε ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης διάταξη εισάγει άμεση διάκριση λόγω φύλου, κατά την έννοια του άρθρου 14, παρ. 1, της οδηγίας 2006/54/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παρ. 1, στοιχείο α’, της οδηγίας αυτής, σε βάρος πατέρων δημοσίων υπαλλήλων, όσον αφορά τη χορήγηση γονικής άδειας.Καθένας από τους γονείς του παιδιού έχει δικαίωμα, ατομικώς, γονικής άδειας ελάχιστης διάρκειας τριών μηνών ....
Παρά τις οδηγίες - παραινέσεις - προτροπές -συμφωνίες- εντολές της Ε.Ε., η νοοτροπία αλλάζει αργά και με μεγάλη προσπάθεια. Δείτε πόσα χρόνια σπρώξιμο χρειάστηκε το αυτονόητο να λάβει τελική νομική μορφή (ΣτΕ) και πόσα χρόνια θα κάνει να εφαρμοστεί στην διοικητική πράξη και πόσα χρόνια θα χρειαστεί να γίνει συνείδηση σε όλους, παρότι ήδη εφαρμόζονταν από τις οικογένειες στην πράξη την εποχή της κρίσης.
Αν οι πολιτικοί άκουγαν την κοινωνία και τις ανάγκες της, ίσως χρειαζόμασταν λιγότερα μνημόνια και λιγότερο χρόνο.
Σε κάθε περίπτωση τέτοιου είδους αποτελέσματα μας φέρνουν πιο κοντά στο αυτονόητο την προστασία της Γονεϊκής Ιδιότητας των πολιτών και στην κατάργηση των ακόμα πολλών άμεσων διακρίσεων λόγω φύλου...
Δείτε αναλυτικά τι έγινε και τι θα ισχύει από εδώ και πέρα στην καθημερινότητα οικογενειών που και οι δύο γονείς είναι Δημόσιοι υπάλληλοι .
Με την απόφαση για την υπόθεση C-222/14 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τέταρτο τμήμα) στις 16 Ιουλίου 2015, αποφάνθηκε ότι εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία δημόσιος υπάλληλος δεν έχει δικαίωμα γονικής άδειας σε περίπτωση κατά την οποία η σύζυγός του δεν εργάζεται ή δεν ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα, εκτός αν, λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης, κριθεί ανίκανη να αντιμετωπίσει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού, αντιβαίνει στις διατάξεις των οδηγιών 96/34/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1996, σχετικά με την συμφωνία-πλαίσιο για τη γονική άδεια, που συνήφθη από την UNICE, την CEEP και την CES, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/75/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, καθώς και 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) αιτήθηκε προδικαστική απόφαση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της δίκης του Κ. Μ. κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο Κ. Μ., Έλληνας δικαστικός λειτουργός, υπέβαλε αίτηση στις 7 Δεκεμβρίου 2010 προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, προκειμένου να του χορηγηθεί άδεια εννέα μηνών με αποδοχές για την ανατροφή του τέκνου του, το οποίο είχε γεννηθεί στις 24 Οκτωβρίου 2010. Με απόφαση στις 18 Ιανουαρίου 2011, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απέρριψε την αίτηση, για τον λόγο ότι, σύμφωνα με το άρθρο 44, παρ. 21 του Κώδικα Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών, η ζητηθείσα άδεια χορηγείται μόνο σε γυναίκες δικαστικούς λειτουργούς. Ο Κ. Μ. υπέβαλε αίτηση ακυρώσεως κατά της απόφασης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με απόφαση της 4ης Ιουλίου 2011, την έκανε δεκτή, επισημαίνοντας ότι, κατά την νομολογία του, το άρθρο 44, παρ. 21 του Κώδικα Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών, ερμηνευόμενο με γνώμονα την οδηγία 96/34/ΕΚ, έχει εφαρμογή όχι μόνο στην περίπτωση της μητέρας δικαστικής λειτουργού, αλλά και σε εκείνη του πατέρα δικαστικού λειτουργού.
Με απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2011, ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απέρριψε εκ νέου την αίτηση του Κ. Μ., για τον λόγο ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 53, παρ. 3, τρίτο εδάφιο, του Υπαλληλικού Κώδικα, ο αιτών δεν είχε δικαίωμα να λάβει την άδεια που προβλέπεται στο άρθρο 44, παρ. 21 του Κώδικα Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών. Συγκεκριμένα, μολονότι ο πατέρας δικαστικός λειτουργός δικαιούται γονική άδεια για την ανατροφή του τέκνου του, δεν μπορεί να την λάβει αν η σύζυγός του δεν εργάζεται ή δεν ασκεί κανένα επάγγελμα. Στην προκειμένη περίπτωση, η σύζυγος του Κ. Μ., όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, ήταν άνεργη. Στις 10 Οκτωβρίου 2011, ο Κ. Μ. προσέβαλε την νέα αυτή απόφαση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας ( όπως γράφει το taxheaven.gr) επισημαίνει ότι όσον αφορά θέματα τα οποία δεν ρυθμίζονται ειδικώς για τους δικαστικούς λειτουργούς, εφαρμοστέες είναι συμπληρωματικώς, κατά παραπομπή, οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, και εν προκειμένω, το άρθρο 53 παρ. 3, τρίτο εδάφιο. Αιτήθηκε προδικαστική απόφαση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το αν η διάταξη αυτή του Υπαλληλικού Κώδικα είναι σύμφωνη με τις οδηγίες 96/34/ΕΚ και 2006/54/ΕΚ.
Το Ευρωπαϊκό δικαστήριο επεσήμανε εξαρχής ότι η οδηγία 96/34/ΕΚ και η συμφωνία-πλαίσιο έχουν εφαρμογή στην περίπτωση δημοσίου υπαλλήλου.
Από τις διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου προκύπτει ότι καθένας από τους γονείς του παιδιού έχει δικαίωμα, ατομικώς, γονικής άδειας ελάχιστης διάρκειας τριών μηνών.
Τόσο από το γράμμα της συμφωνίας-πλαισίου όσο και από τους σκοπούς και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται συνάγεται ότι καθένας από τους γονείς έχει δικαίωμα γονικής αδείας, στοιχείο που συνεπάγεται ότι τα κράτη μέλη δεν δύνανται να θεσπίζουν ρύθμιση βάσει της οποίας ο πατέρας δημόσιος υπάλληλος στερείται του δικαιώματος τέτοιας αδείας σε περίπτωση κατά την οποία η σύζυγός του δεν εργάζεται ή δεν ασκεί κανένα επάγγελμα.
Επίσης διαπιστώνεται ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης διάταξη εισάγει άμεση διάκριση λόγω φύλου, κατά την έννοια του άρθρου 14, παρ. 1, της οδηγίας 2006/54/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παρ. 1, στοιχείο α’, της οδηγίας αυτής, σε βάρος πατέρων δημοσίων υπαλλήλων, όσον αφορά τη χορήγηση γονικής άδειας.
Πρόκειται για ελάχιστο κανόνα από τον οποίο δεν μπορούν να παρεκκλίνουν τα κράτη μέλη με τη νομοθεσία τους ή τις συλλογικές συμβάσεις.
Την 2-10-15 εκδόθηκε το Ψήφισμα 2079 από τη Κοινοβουλευτική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Ευρώπη.
( Την άμεση απάντηση του Υ.Δ.Δ.Α.Δ. σε σχετικό αίτημα πολίτη-γονέα δείτε την