Με την Αριστερά στην εξουσία και τη ψήφιση του νέου συμφώνου συμβίωσης, καιρός είναι να ανιχνεύσουμε και τις σχέσεις των δύο φύλων. Για λόγους οικονομίας χώρου, δεν θα ήταν δυνατό να εξεταστούν όλα τα τεράστια ζητήματα που απασχολούν, για παράδειγμα, τις γυναίκες στους τομείς κυρίως της απασχόλησης, της εκπαίδευσης, της ενδο-οικογενειακής βίας κλπ.
Σ' όλους αυτούς τους τομείς, πολιτεία και κοινωνία είναι μάλλον αργοπορημένες, εφόσον οι γυναίκες, στο σύνολό τους, παραμένουν αδικημένες από τις καταρρέουσες πολιτικές πρόνοιας των μνημονίων. Ο νεο-φιλελευθερισμός χτυπά ευθέως τα νοικοκυριά και τον αδύνατο κρίκο τους, δηλαδή τις γυναίκες και τα παιδιά, με τις γυναίκες να εκτοπίζονται από μια αξιοπρεπή και ισότιμη θέση στο καταμερισμό εργασίας και τα παιδιά να επωμίζονται, χωρίς να το γνωρίζουν, όχι μόνο την ανεργία αλλά και το χρέος που κληρονομούν από τις μνημονιακές πολιτικές.
Αλλά εδώ θα θέλαμε να θίξουμε κάτι άλλο, που ίσως δεν αρέσει σε μεγάλη μερίδα φεμινιστών και φεμινιστριών στο τόπο μας, ακριβώς επειδή δεν έχουν ξεπεράσει μερικά δογματικά στερεότυπα απ' την εποχή και δομή της πατριαρχίας.
Το ερώτημα είναι το εξής: γιατί η επιδίωξη της ισότητας από το φεμινιστικό κίνημα στο σπίτι και στην εργασία να μην συμπεριλαμβάνει και την επιδίωξη της ισότητας αφότου γεννηθούν παιδιά σε ένα ζευγάρι και εφόσον, για παράδειγμα, το ζευγάρι αυτό χωρίσει; Γιατί θα πρέπει τα παιδιά, στο 99% των περιπτώσεων, να ακολουθούν τις μητέρες τους μετά το χωρισμό; Γιατί οι δικαστικές αποφάσεις είναι τόσο ευνοϊκές για τις μητέρες σε ότι αφορά το ζήτημα της επιμέλειας; Γιατί, με άλλα λόγια, η πολιτεία της Αριστεράς της ισότητας και της προόδου δεν θεσμοθετεί, επιτέλους, τη συνεπιμέλεια στην Ελλάδα;
Τα ερωτήματα αυτά φαντάζουν απλά και εύκολο να απαντηθούν, στην ουσία όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Τα εμπόδια είναι πολλαπλά. Δεν πρόκειται μόνο για τη φεμινιστική γραφειοκρατία μέσα στα κόμματα της Αριστεράς αλλά και το κράτος η οποία κρύβεται πίσω από το νομικό πλαίσιο του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980, αλλά και για μια σειρά από δικαστικές πρακτικές και στεγανά που παραγκωνίζουν εντελώς το ζήτημα της ισότητας όταν τίθεται το ζήτημα της συνεπιμέλειας και της άσκησης ίσων δικαιωμάτων ως προς την ανατροφή και τη διαπαιδαγώγιση των παιδιών.
Το θέμα έχει, βέβαια, και οικονομικές προεκτάσεις διότι αν τα παιδιά καταλήξουν, όπως συμβαίνει στη τεράστια πλειοψηφία των περιπτώσεων, με τη μητέρα, τότε ο πατέρας επιφορτίζεται συνήθως με τεράστια ποσά διατροφής και αυτή είναι μια πρακτική που δεν ξεφεύγει καθόλου απ' τις πατριαρχικές δομές οικογένειας, τα κείμενα της Αγίας Γραφής και κάθε είδους συντηρητικής λογικής.
Και, δυστυχώς, μερίδες του φεμινιστικού κινήματος, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλο το κόσμο, έρχονται να συμπορευθούν με τη πατριαρχία μέσω της άρνησή τους να αγκαλιάσουν τη προοπτική της ισότητας αφότου γεννηθούν τα παιδιά.
Η οικογένεια δεν διαλύεται όταν οι γονείς χωρίσουν, τουναντίον, η πολιτεία πρέπει να υιοθετήσει ένα παιδο-κεντρικό πλαίσιο λύσης υπέρβασης των αντιδίκων και να βλέπει το χωρισμό όχι με το βλέμμα των αντίδικων μερών, του πατέρα και της μητέρας, αλλά με το συμφιλιωτικό βλέμμα του παιδιού, διότι το παιδί αγαπάει, χρειάζεται και πονάει και τους δύο γονείς ισότιμα.
Αλλά η σημερινή πρακτική των θεσμών και των δικαστηρίων είναι η απόδοση των παιδιών στη μητέρα, η οποία και θεωρείται σχεδόν πάντοτε ως "ο καταλληλότερος γονέας και τροφός" και έτσι θεσμοποιεί τη γονεϊκή αποξένωση, δηλαδή κυρίως την αποξένση των παιδιών απ' τον πατέρα.
Αλλά μ' αυτή τη πρακτική εμπεδώνεται παραπέρα και η πατριαρχία. Διότι ενώ στο παρελθόν η πατριαρχία αναπαραγόταν μέσα στη πυρηνική οικογένεια, σήμερα, και με δεδομένο το μεγάλο αριθμό διαζυγίων, η πατριαρχία τείνει να αναπαράγεται πάνω στα απομεινάρια της διαλυμένης οικογένειας και, δυστυχώς, με τη συνδρομή μεγάλων μερίδων του φεμινιστικού κινήματος και του γραφειοκρατικού κατεστημένου που δημιουργήθηκε μέσα στα πολιτικά και δικαστικά τμήματα του κράτους από τη δεκαετία του 1980 και μετά.
Αυτές οι μερίδες και αυτό το κατεστημένο αδυνατεί να ξεπεράσει αγκυλώσεις του παρελθόντος, να δει δηλαδή άνδρα και γυναίκα ως ισότιμο τροφό ανηλίκων παιδιών. Βέβαια, αυτές οι πρακτικές, συνεπικουρούνται και απ' τις πολιτικές της λιτότητας και των μνημονίων και υπάρχει μια καθαρή ταξική παράμετρος που διαπερνά το ζήτημα.
Διότι οι μεσο-αστικές/μεγαλο-αστικές οικογένειες με δύο ανήλικα παιδιά, όταν χωρίσουν, καταλήγουν με τις μητέρες σε πολύ καλύτερη κατάσταση, συμπεριλαμβανομένης και της διατροφής που καταβάλει ο πατέρας, παρά οι εργατικές οικογένειες, οι οποίες προλεταριοποιούν και εξαθλιώνουν ακόμα περισσότερο τόσο τη μητέρα με τα παιδιά, όσο και τον πατέρα.
Οι φεμινισμοί κάθε είδους έχουν αποτύχει τραγικά να συμπεριλάβουν τη ταξική διάσταση σε κάθε ανάλυση του ζητήματος της ισότητας των φύλων και αυτό είναι κάτι που η κυβερνώσα Αριστερά πρέπει να το δει, να το αναλύσει και να το θεραπεύσει.
Συμπερασματικά: Ήρθε, πλέον, η ώρα, να κατοχυρωθεί στη χώρα η γονική συνεπιμέλεια με ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο που θα υπερβαίνει διαλεκτικά και προοδευτικά αυτό του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980. Και αυτό πρέπει να γίνει με τέτιο τρόπο που να μην ευννοεί μόνο τις μεσαίες/ανώτερες τάξεις, αλλά, προπάντων, τη μεγάλη μάζα του εργαζόμενου λαού μας, γυναίκες και άντρες, πατέρες και μητέρες σε εποχή μάλιστα μνημονίων και σκληρής λιτότητας.
ΠΗΓΗ efsyn.gr